πολύγονος

πολύγονος
-η, -ο / πολύγονος, -ον, ΝΜΑ, και πολυγόνος, -ο Ν, και επικ. τ. πουλύγονος, Α
1. αυτός που γεννά πολλά τέκνα, πολλούς απογόνους
2. αυτός που γεννά πολλές φορές, που γεννά συχνά
3. γόνιμος
αρχ.
1. (για τον Νείλο) αυτός που γονιμοποιεί τα εδάφη («τοῦτον γὰρ [τὸν Νεῑλόν φασι] πολύγονον ὄντα καὶ τὰς τροφὰς αὐτοφυεῑς παρεχόμενον ῥαδίως ἐκτρέφειν τὰ ζωογονηθέντα», Θεόφρ.)
2. φρ. «πολύγονός τινος»
μτφ. αυτός που έχει μια ιδιότητα σε μεγάλο βαθμό («πολύγονος ἀρετῆς», Φίλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ-* + -γονος (< γόνος < γίγνομαι), πρβλ. ολιγό-γονος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Πολύγονος — producing much offspring masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολύγονος — producing much offspring masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγονώτατα — πολύγονος producing much offspring adverbial superl πολύγονος producing much offspring neut nom/voc/acc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγονώτατον — πολύγονος producing much offspring masc acc superl sg πολύγονος producing much offspring neut nom/voc/acc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγονωτάτην — πολύγονος producing much offspring fem acc superl sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγονώτατος — πολύγονος producing much offspring masc nom superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγονώτερα — πολύγονος producing much offspring neut nom/voc/acc comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγονώτεραι — πολύγονος producing much offspring fem nom/voc comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγονώτεροι — πολύγονος producing much offspring masc nom/voc comp pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πολυγόνοις — Πολύγονος producing much offspring masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”